Αν μπορούσα να μιλήσω -πριν η λέξη καν βγει- να μπορούσα να δω. ‘Ελαβα κι εγώ ευλαβικά παραφροσύνη ήταν ποτάμι, ήταν λίμνη, ήταν ανακοπή; Αναπηρία καθώς λένε ντρέπονται. Και περπατούν μαζί μου πλάι μου μάτια σκυφτά ανάβουν τσιγάρο τάχα να μην σταυρώσουν βλέμμα. Μόνο ντροπή. Δεν θα υπήρχε φως, σιγή. Μουγγή και τυφλή δεν θα υπήρχαν λέξεις, δεν θα υπήρχε σιωπή. Και να γεννώ πετώντας χωρίς χέρια και χωρίς γραφή και να γεννώ πετώντας έρωτα ανάπηρη μέσα στην παρακμή
Ο ποιητής χρεώθηκε να τραγουδάει