Η αράχνη κι από εμένα είπαν είναι πιο τυφλή.
Και είπαν κι άλλο, πρόσεξέ την, και πόσο είναι «Τρομερή »!
Πως πλέκει τον ιστό της και υφαίνει,
και τρώει ότι περνάει από κει.
Κάποιους που είδα να περνάνε τύπους προλαβαίνω,
με το μικρό λυχνάρι μου τους φώτισα τη γη,
μα γίναν πάνω μου καθρέφτες και μπλεχτήκαν,
και χώσανε τα μούτρα τους ακόμη πιο βαθιά στη γη.
Δεμένοι τώρα και δαρμένοι κλαψουρίζουν,
όσο εμείς της Αθηνάς στολίζουμε το υφάδι τη νυχτιά.
Ακόμη κι η αράχνη όσο υφαίνει κλαίει για κείνους.
Εργάτες όλοι της σιωπής τραγούδι λέμε
Τη μέρα θέλοντας να φέρουμε πίσω ξανά.
Και είπαν κι άλλο, πρόσεξέ την, και πόσο είναι «Τρομερή »!
Πως πλέκει τον ιστό της και υφαίνει,
και τρώει ότι περνάει από κει.
Κάποιους που είδα να περνάνε τύπους προλαβαίνω,
με το μικρό λυχνάρι μου τους φώτισα τη γη,
μα γίναν πάνω μου καθρέφτες και μπλεχτήκαν,
και χώσανε τα μούτρα τους ακόμη πιο βαθιά στη γη.
Δεμένοι τώρα και δαρμένοι κλαψουρίζουν,
όσο εμείς της Αθηνάς στολίζουμε το υφάδι τη νυχτιά.
Ακόμη κι η αράχνη όσο υφαίνει κλαίει για κείνους.
Εργάτες όλοι της σιωπής τραγούδι λέμε
Τη μέρα θέλοντας να φέρουμε πίσω ξανά.
Σχόλια