Να κοιμηθούμε πάλι στους δρόμους εκείνης της πόλης,
στη γή επάνω,
με την όμορφη ατέρμονη βόλτα των στέρεων ασωμάτων πλάι μας,
κυκλικά,
σαν βελούδινο φιλί,
χείλι απαλά σαν το ροδάκινο
σα δίνουν.
Αυτό που έχω να σου πω,
αστεράκι μου,
Δεν είδαμε τις σκιές μας στον ήλιο ποτές
πως φέγγουν.
Στο λιμάνι ατάραχα πως ανεμίζει ένα πανί,
αστεράκι μου,
δεν είδαμε.απόρησα.
Τις ανάσες μας
που ήσαν πιο καυτές στον ήλιο της γης,
ολόκληρες,
φρεσκοκομμένες.
Εκείνες δεν φώναξαν.Δεν είπαν τίποτα.
Η περιβάλλουσα όραση δεν ανταποκρίθη.
Κι εκείνα τα φώτα αστεράκι μου,
μέσα στη νύχτα,
ήταν χαράματα.
Και λες αυγερινέ των δρόμων της πόλης τούτης,
συγγνώμη παραστράτησα.
Δεν θα το ξανακάνω.
Πουλιά και θάμνοι με το κουπί στο χέρι που προσπέλασα,
ο ήλιος πριν πέσει τραγούδαγε το τραγούδι της νύχτας,
για ότι μας δένει,
και ότι στα χέρια του κρατεί με πόθο και δύναμη,
ελπίζει.
Αστεράκι μου έχει καιρό που δεν είδα σταυροδρόμια.
Μα εσύ από τον ουρανό και τα σύννεφα που παίζουνε κι όλο μαλώνουν ,
Τι ν’ακούσεις, τι να πεις
μείνε στη νύχτα σου να μας φωτίζεις.
Κι αφού βρίσκεις και μας φωτίζεις, πες,
δεν είναι διόλου αμελητέο.
Βρήκαμε το φεγγάρι με τον ήλιο,
και που ψιλή κουβέντα επιάσαν με την πούλια,
εμείς ενώσαμε τις αλυσίδες μας,
αστεράκι μου.
Εσύ στη γη που βούτηξες,
θάλασσα πλατειά και ξέρεις
Ποιος στα βάθη της μέσα, αμέτρητα, δεν ξέχασε να φύγει,
αλλά έμεινε,
αστεράκι μου;
Σ΄εκείνη την πόλη,
και κείνους τους δρόμους
Ελεύθερα,
αναζητώ,
αστεράκι μου τους ήχους σου στους δρόμους σου κάθε νύχτα.
30.08.010
στη γή επάνω,
με την όμορφη ατέρμονη βόλτα των στέρεων ασωμάτων πλάι μας,
κυκλικά,
σαν βελούδινο φιλί,
χείλι απαλά σαν το ροδάκινο
σα δίνουν.
Αυτό που έχω να σου πω,
αστεράκι μου,
Δεν είδαμε τις σκιές μας στον ήλιο ποτές
πως φέγγουν.
Στο λιμάνι ατάραχα πως ανεμίζει ένα πανί,
αστεράκι μου,
δεν είδαμε.απόρησα.
Τις ανάσες μας
που ήσαν πιο καυτές στον ήλιο της γης,
ολόκληρες,
φρεσκοκομμένες.
Εκείνες δεν φώναξαν.Δεν είπαν τίποτα.
Η περιβάλλουσα όραση δεν ανταποκρίθη.
Κι εκείνα τα φώτα αστεράκι μου,
μέσα στη νύχτα,
ήταν χαράματα.
Και λες αυγερινέ των δρόμων της πόλης τούτης,
συγγνώμη παραστράτησα.
Δεν θα το ξανακάνω.
Πουλιά και θάμνοι με το κουπί στο χέρι που προσπέλασα,
ο ήλιος πριν πέσει τραγούδαγε το τραγούδι της νύχτας,
για ότι μας δένει,
και ότι στα χέρια του κρατεί με πόθο και δύναμη,
ελπίζει.
Αστεράκι μου έχει καιρό που δεν είδα σταυροδρόμια.
Μα εσύ από τον ουρανό και τα σύννεφα που παίζουνε κι όλο μαλώνουν ,
Τι ν’ακούσεις, τι να πεις
μείνε στη νύχτα σου να μας φωτίζεις.
Κι αφού βρίσκεις και μας φωτίζεις, πες,
δεν είναι διόλου αμελητέο.
Βρήκαμε το φεγγάρι με τον ήλιο,
και που ψιλή κουβέντα επιάσαν με την πούλια,
εμείς ενώσαμε τις αλυσίδες μας,
αστεράκι μου.
Εσύ στη γη που βούτηξες,
θάλασσα πλατειά και ξέρεις
Ποιος στα βάθη της μέσα, αμέτρητα, δεν ξέχασε να φύγει,
αλλά έμεινε,
αστεράκι μου;
Σ΄εκείνη την πόλη,
και κείνους τους δρόμους
Ελεύθερα,
αναζητώ,
αστεράκι μου τους ήχους σου στους δρόμους σου κάθε νύχτα.
30.08.010
Σχόλια