Είχε πει πως θα ‘ρθει.
Κι εγώ περίμενα
Κανείς θα πίστευε πως έβλεπε το αίμα μου
Να ρέει στους δρόμους
Και ποιους δρόμους μου είπε,
να μην περάσω,
να μην φοβηθώ.
Μα πως κατρακυλάνε οι πέτρες
στην κατηφόρα του μεσημεριού.
Έτσι κατρακυλώ κι εγώ σε σένα.
Ο άνεμος με παρασέρνει.
Κατρακυλώ.
Ο ήλιος με ζεσταίνει.
Και μυρίζω τη θάλασσα.
Στου ανθρώπου την κατακλείδα,
Τη μνήμη που ξεσκονίζουμε,
Την ‘γιαίνει ο ήλιος,
όλο φως.
Κι από φως γνωρίζουμε.
05.01.010
Κι εγώ περίμενα
Κανείς θα πίστευε πως έβλεπε το αίμα μου
Να ρέει στους δρόμους
Και ποιους δρόμους μου είπε,
να μην περάσω,
να μην φοβηθώ.
Μα πως κατρακυλάνε οι πέτρες
στην κατηφόρα του μεσημεριού.
Έτσι κατρακυλώ κι εγώ σε σένα.
Ο άνεμος με παρασέρνει.
Κατρακυλώ.
Ο ήλιος με ζεσταίνει.
Και μυρίζω τη θάλασσα.
Στου ανθρώπου την κατακλείδα,
Τη μνήμη που ξεσκονίζουμε,
Την ‘γιαίνει ο ήλιος,
όλο φως.
Κι από φως γνωρίζουμε.
05.01.010
Σχόλια