Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Απρίλιος, 2010

Χωρίς τις λέξεις

‘Ορια, αυτά που βάζουμε εμείς, όχι οι άλλοι. Σύννεφα, αυτά που μας δροσίζουν και μας ποτίζουν -όχι τα άλλα Αισθήσεις,Κι αυτά που μας κάνουν καλό Λύπες,αυτές που είναι δίκαια χαμένες μάχες ‘Ερωτας,αυτός που ελευθερώνει, όχι ο άλλος. Λύτρωση, Αγάπη και πάθη. Ζωή πως όμορφα γιορτάζεις το ταξίδι σου. Θάλασσα, αυτή που καθρεφτίζω τον ήλιο τη μέρα τη νύχτα το φεγγάρι -'Ερωτας ξαφνικός με την θάλασσα;- Ειλικρινή συγκυρία, ένας ευγενής συνδυασμός χαράς με λύπη. ‘Ερωτας ξαφνικός με την θάλασσα. 27.04.010

Άνθρωπος

Προκλητικές εκδηλώσεις Το σώμα κινούμενο Ένας έλεγχος που δεν υπήρξε ποτέ Η ανάδρομη πορεία της φύσης Βράδυα Σαββάτου χωρίς ελπίδα Χωρίς απαίτηση Προκλητικές παρομοιώσεις Το σώμα ανθρώπινο Κάτι το διαφορετικό Αφημένο στην άκρη της σκάλας ν’ ανέβεις να φτάσεις ψηλά και να πέσεις πάλι. Ένα χαμόγελο της Κυριακής Και το σώμα πάλι κινείται Δεν προκύπτει σωστά η εξίσωση Άγνωστα και μόνα τα βήματα μας Ο δρόμος συνεχώς ανασαίνει. Λίγο ακόμη κουράγιο – αλλιώς δεν θα ‘σουν εδώ Κι άλλη μια μέρα. Πρόσκληση. Ακόμα ένα βήμα - μάλλον για την αγάπη. Κι αν είναι αυτό που μας κρατάει ζωντανούς, όταν όλα τα φώτα θα έχουν σβήσει; Προκλητικές οι δηλώσεις. Το σώμα συνεχίζει να κινείται Αναδιπλώνεται, αντιστέκεται, ταπεινώνεται. Το σώμα το μόνο εργαλείο για να εκφράσεις αυτό που λες εσύ ζωή. Με τα μάτια, με το στόμα και τις κινήσεις των χεριών. -Η ανάγκη μας για το πολύτιμο περνάει από το δέρμα και από τα δάκτυλα.- Αποτυπώνονται επάνω μου πράγματα, αλλά δεν κρύβομαι. Θα έρθουν νύχτες ακόμη και μέρες Για να σ

Ελευθερία κινήσεων

Ενας βραδυνός περίπατος στη θάλασσα ευδαιμονία του ήχου των κυμάτων -κι οι στίχοι-, δροσίζουν τα μπράτσα, δροσίζουν τα μάτια Δοκιμάζουν σταγόνες, από ατμόσφαιρα και θάλασσα. Και λίγο αλάτι. Το κορμί που ανοίγει στην νύχτα να μπει., μ’αλαφριά βήματα, σε αυθόρμητες αποστάσεις και ταξιδεύει θαρρείς στη μέση απ’τον χρόνο. Αφήνεται στη δροσιά της θάλασσας στο ίδιο σημείο και στο υπάρχον παρόν. Το κορμί που εκπέμπει τη γλύκα αυτή Την ίδια τούτη θέρμη, μία ειλικρίνεια, με καθόλου λέξεις. Σιωπηλά και βραδιάζει, Ένα κορμί και πάλλεται γεμάτο ζωή. 24.04.010

Απόψε η νύχτα είναι σαν καλοκαίρι

Απόψε η νύχτα είναι σαν καλοκαίρι Το φεγγάρι αυτό ατέλειωτο - δε λέει να σταματήσει να γεμίζει Τ’αστέρια δένουν ξεκάθαρα με τη βραδυνή πολιτεία. Η νύχτα τρυπώνει στα μυαλά των ανθρώπων. Κι όταν την νιώθουν, Μια τέτοια νύχτα. Το φως του φεγγαριού είναι κι αυτό ατέλειωτο. Φωτίζει με μανία τα σπίτια και τις ψυχές μας. Στη γη αυτή ο ήλιος. Στη νύχτα τ’αστέρια σαν κεριά Και το φως του φεγγαριού η ταπεινότερη αχτίδα φωτιάς. Απόψε η νύχτα είναι σαν καλοκαίρι. 24.04.010

‘Ενα καλοκαίρι

Με περίμενες εκεί στην άκρη της θάλασσας, Στις μεγάλες πέτρες στο παλιό λιμάνι Ητανε καλοκαίρι και άπλετο φως Είχες πει λέξεις πολλές. Τόσες πολλές που δεν χρειαζότανε να πούμε κάτι άλλο Ουτε καν καλημέρα. Συναντηθήκαμε. Τα ρόδα άνθιζαν, Οι γλάροι – ούτε που τους είχα προσέξει σκίζανε έναν ουρανό καταγάλανο Είχες μια μουσική παρουσία ανθρώπινη και γλυκιά με χαιρέτησες μ’ένα χαμόγελο κι οι λέξεις απούσες ‘Αρχισα να σου διηγούμαι πως έφτασα μόνη. Πως ικέτεψα, τραγούδησα, παρακάλεσα, έκλαψα, μα πως κανένας δεν με ακολούθησε. Κάθε μία πληγή είναι μία σταγόνα στη σιωπή παγιδευμένη στο ματωμένο σου χαμόγελό. «’Ελα» μου είπες, Περπατήσαμε ώρα πολύ σιωπηλοί Ανεβήκαμε έναν λόφο με χώμα και πεύκα Μύριζε το καλοκαίρι μέσα απ’τα πεύκα σου και κάτω η θάλασσα καταγάλανη. «Τουλάχιστον ήρθες εσύ.» «Δεν περίμενα να έρθει και κάποιος άλλος μαζί σου. Κι εγώ μόνος μου ήρθα.» Περπατήσαμε ξανά στο πλακόστρωτο δρόμο, κατηφορίσαμε σε κάτι πλατείες, η μέρα τελείωνε και το καλοκαίρι το ανάπνεε θαρρείς η φύση, Ο

Παρτιτούρα για ένα όνειρο

Ελάχιστες μνήμες ανασαίνουν τις μέρες της άνοιξης. Γιατί τέτοιες μέρες, γεννιούνται οι μνήμες. Γίνονται όλες δρόμος για να τις διαβείς. Μέρες που δημιουργούν τις αναμνήσεις του μέλλοντος. Κάθε κίνησή σου στηρίζει την θετική έκβαση της υπόθεσης. Κάθε λέξη φωνάζει την ανάγκη για το ποθητό αποτέλεσμα. Να φτάσεις ν’αγγίξεις τις αναμνήσεις που θέλεις, Ν’αγγίξεις τη δυνατότητα αυτών να υπάρξουν. Ελπίζεις. Να τα καταφέρεις. Οχι δεν ελπίζεις. Θα μπορούσε να ήταν ελπίδα. Αλλά δεν είναι. Είναι η φωτιά που έκαψε τις ελπίδες σου όλες κι εσύ είσαι ακόμη ζωντανός. Δεν σου έχουν μείνει άλλα δάκρυα για να τις κλάψεις. Τραγουδάς με μια ήσυχη ανεμελιά, σε μια τεράστια ησυχία, που διακόπτουν μόνο μερικά βήματα ενός ξένου που μπαίνει στο κατώφλι ενός σπιτιού. «τοκ, τοκ» χτυπάει την πόρτα. -Δεν σε ξέρω, όμως γνωρίζω τον προορισμό σου.- Οχι δεν ελπίζεις. Ανακατέβεις εικόνες από μυρωδικά και μπαχάρια κι ανεβοκατεβαίνεις πατώματα. -‘Ενα ειλικρινές χαμόγελο στον αέρα με κάνει και μένα να τα χάνω- Οι λέξεις συν

Ερωτικό ΙΙ

Το μυαλό τεντωμένες χορδές και το κορμί σου τα πλήκτρα του πιάνου . Τρυπώνω με πρόκληση να ξεδιπλώσω κρυμμένες πτυχές της σκέψης σου. Τα δάκτυλά μου τα χω στείλει και σ’αναζητούν για να σε φέρουνε τρυφερά στην ώριμη μέρα μια μέρα φωτεινή. Μετά έρχεται η έκπληξη. Σαν λες εσύ χαμηλόφωνα, « οι ψίθυροι είν’το τραγούδι μου, και το ακούς μονάχα εσύ» . 18.04.010

Αγώνας ενός συναισθήματος για επιβίωση

Πόσο λυπάμαι για τα λόγια που δεν κύλισαν στον μαξιλάρι της χαράς ψύχρα που πέρασε σαν αγκάθι ενώ το φεγγάρι έλουζε τις πληγές άνοιξη ήταν και τι να ένιωθε ο ταξιδεμένος περιδιαβαίνει το ωραίο με μια κλίμακα συναισθημάτων για όσα δεν κατάφερε ποτέ να πει σε λέξεις ή να κανει τραγούδι Οι μέρες εκείνες του ήλιου που με χώρισαν από το φως της νύχτας κατρακυλούνε τώρα σαν ένα αποτέλεσμα μνήμης επάνω στις πέτρες Η μέρα που αρχίζει και το φεγγάρι που κρύφτηκε πίσω από σωρούς θαλασσινών φυτών κι ανατέλλει μονάχο στο έλεος μιας ευγνωμοσύνης που δεν άκουσα κι ούτε που ειπώθηκε ποτέ εκείνη η λέξη, που όσο και να την καλημερίζεις δεν καταδέχεται ταξίδι χωρίς να έχεις ήδη πάρει το εισιτήριο επιστροφής Αδιάκοπα ένας καινούργιος σταθμός που τόσο μοιάζει μ’εκείνον του πριν ώρες υπομονής μεγάλες χωρί δίχτυ και παραγάδι σαν να’χε ξεχαστεί ο ψαράς πάνω απ’τη θάλασσα ν’ακούει μόνος τον ήχο των κυμάτων ήσυχα το απόβραδο όπως ακούει κανείς τον ήχο των πουλιών την άνοιξη κι ονειρεύεται λαικές συμφωνίες

Εσωτερικές Αιμμοραγίες

Στα μακρινά σου τα πέρατα ρίχνω παραγάδι Στη θάλασσα που πλάνεψες και σε παιδεύει ο βυθός σου ξαστέρωτος και τρυφερός γεμάτος αγκάθια και με μάτωσαν 11.04.010

Ομοιώματα

Πριν από πόσα δάκρυα κύλισε και το δικό μου το δάκρυ και που φοριέται πανωφόρι στο δέρμα μου και που χαιδεύετε στις στάχτες του ήλιου κάποια σημεία του είναι ολότελα αστάθμητα κάποια άλλα γεμάτα αλάδωτους υπολογισμούς και στα δικά σου τα μάτια σκιές καραβοκύρης στο δικό μου καράβι κι εσύ που μόλις κατάλαβες αρπάζεις κατάστρωμα οι ίδιες λέξεις μ’άλλη χροιά το ίδιο σώμα η ίδια καρδιά την ίδια μέρα άλλη χρονιά 9.04.010