Στο σώμα σου ζω, με τη γύμνια, Τη γύμνια μελετώ με πάθος. Κι αφοσιώνομαι. Ακροβατώ, μία στα χείλι και μία στα χιόνια. Κάνω τον πόνο, φωνή, και τη στιγμή κάνω αίσθηση. Μια σου μιλώ και σου ζητώ, μια μαρτυρώ, και μια σωπαίνω θλιμμένη. Για όλο το φόβο που είδα στα μάτια σου, έκλαψα. Όλα στα μάτια δίνονται, κι όπως στα μάτια και στα χέρια παρεδόθη. Με όλη τη δύναμη της φωτιάς, και το σκληρό της γής -Μη με ρωτάς πως ξέρω- Στους μυστικούς εκείνους δρόμους είναι ένα φως πλατύ. Είδα απελπισμένες καμπύλες, πλυμένες με δάκρυα στροφές αλήθειες γυμνές και ενοχές, Είδα ντροπές και ζήλειες, λάσπη, επαφές Είδα και άλλα που ήθελες να δεις, μία που δεν βρήκες, μία που φοβήθηκες. Αβασάνιστα να μιλά κανείς για την αγάπη είναι πράμα ασυνήθιστο, το ξέρω, και δύσκολα απαντάται.
Ο ποιητής χρεώθηκε να τραγουδάει