Εκείνοι που μας θυμήθηκαν
Είχαν ένα μικρό λουλούδι σφτιχτά στο χέρι,
Δεν κοντοστάθηκαν παρά μόνο από την πίκρα,
έχοντας παραλάβει τα ηχηρά ντοκουμέντα
όχι των λόγων, αλλά εκείνων των λέξεων που είχαν χαθεί
ποιος τις θυμάται,
μαζί με τις λέξεις που δεν ειπώθηκαν,
η συγκατάθεση στην προσευχή.
Εκείνοι που μας θυμήθηκαν
είχανε κι όλας οι ίδιοι χαθεί.
σαν τον πνιγμένο που ψάχνει να πιαστεί
από μιαν ηλιοαχτίδα.
Εκείνοι που μας θυμήθηκαν,
ζύγισαν ότι είχε περισσέψει από συμπόνοια,
κουβαλώντας στους ώμους καφάσια ουρανό,
βαρύ σαν το μπαμπάκι,
βάραιναν οι ώμοι τους,
βάραιναν και οι ώρες,
κουρασμένα τα πόδια τους.
Μας θυμήθηκαν κι εμείς ανοίξαμε να δείξουμε τις παλάμες μας,
μα ήταν λερωμένες από την πάλη μας με τη γη,
γεμάτες χώματα και στάλες αίμα.
Βρυξέλλες, 3.10.011
Σχόλια