(Την ίδια εκείνη μέρα η έξοδος ) Κατεβαίνω στη στροφή, Πιάνομαι από τον τοίχο, Και διπλώνομαι από τον πόνο στα δυο Είναι μια λύπη, Κρίμα, τι κρίμα. Και το τι , ήρθε κι έκατσε με πάθος στο στομάχι μου Τόσο. Δεν έχω θυμό άλλο, δεν έχω Δεν έχω θυμό, ή κατηγόρια, Ούτε και καυμό. Πέρασαν και τα δάκρυα, Στέρεψαν, δεν έχω άλλα. Εχω μείνει διπλωμένη στα δύο, Αυτός ο πόνος που ψάχνει δρόμο να βγει. Κι αυτή η λύπη. Των σπαραγμών και των λυγμών το ρούφηγμα. Εισπνέοντας τη σκοτεινιά του κόσμου Κι οι μέρες, να διαδέχονται η μία την άλλη, Κι η αγάπη τότε ένα βαρίδιο ελαφρύ, σκοτεινό, αναπάντεχο κι ολότελα μόνο. Εισπνέοντας την σκοτεινιά του κόσμου. Ποιά δάκρυα, σε ποιόν τοίχο, ποιο βράδυ, ποια νύχτα Ηταν εκείνη τη μέρα. Εκείνη τη μέρα η εκπνοή. Κι η αγάπη τότε ένα βαρίδιο ελαφρύ, Ελαφριό σαν σύννεφο που προσπαθείς και παλεύεις να πετάξει στις ψυχές των ανθρώπων αγαπάς Κατεβαίνω στη στροφή, Ορθώνομαι πάλι, αναδιπλώνομαι με ένα βλέμμα που έχει μέσα του γροθιά, στο στήθος μόνο λουλούδια, άνθοι στιλπνά ...