Κρυφά κι ολοφάνερα, μία πίσω,
και μία πάλι εδώ μπροστά σου,
Είπες κάτι;
Ό,τι.
Κι η ησυχία, απέραντη.
άραγε την ακούει κανείς; Μα το κυριότερο,
οτι ακούς εσύ.
Αόρατοι ρυθμοί, γεμάτα συγκίνηση χάδια,
Απόσταση γεμάτη ήχους, χωρίς υποσχέσεις.
Μια ανώνυμη απλή επαφή.
«Πώς σε λένε;» και «Ποιό είναι τ’ονομά σου».
Κι αν είχα βάλει λέξεις, ίσως να είχε χαθεί.
Μα, στ’αλήθεια αγόρι μου,
στον κόσμο της σιωπής σου πήγα, και γύρισα
πάλι πίσω,
και ό,τι ξέρω
μ’αυτές τις θάλασσες σε έλυσα, εν λευκώ,
χωρίς πανί,
χωρίς σώμα.
Καράβι π’αρμενίζει με τον άνεμο, άραξε
στα κύματα ενός πελάου πράσινου,
κι είναι λέει κάπως έτσι κι η ζωή,
ένας παράδεισος.
Κορυφώνεται στην σιωπή,
Mα αν σ’εύρουν οι λέξεις του
και τις καλοδεχτείς,
μυρτιά και δάφνες.
6.09.010
και μία πάλι εδώ μπροστά σου,
Είπες κάτι;
Ό,τι.
Κι η ησυχία, απέραντη.
άραγε την ακούει κανείς; Μα το κυριότερο,
οτι ακούς εσύ.
Αόρατοι ρυθμοί, γεμάτα συγκίνηση χάδια,
Απόσταση γεμάτη ήχους, χωρίς υποσχέσεις.
Μια ανώνυμη απλή επαφή.
«Πώς σε λένε;» και «Ποιό είναι τ’ονομά σου».
Κι αν είχα βάλει λέξεις, ίσως να είχε χαθεί.
Μα, στ’αλήθεια αγόρι μου,
στον κόσμο της σιωπής σου πήγα, και γύρισα
πάλι πίσω,
και ό,τι ξέρω
μ’αυτές τις θάλασσες σε έλυσα, εν λευκώ,
χωρίς πανί,
χωρίς σώμα.
Καράβι π’αρμενίζει με τον άνεμο, άραξε
στα κύματα ενός πελάου πράσινου,
κι είναι λέει κάπως έτσι κι η ζωή,
ένας παράδεισος.
Κορυφώνεται στην σιωπή,
Mα αν σ’εύρουν οι λέξεις του
και τις καλοδεχτείς,
μυρτιά και δάφνες.
6.09.010
Σχόλια